Θυμάσαι που έμπλεξες με δηλητήρια κι εγώ σε κανάκευα, θυμάσαι που αρρώστησες από την απουσία και σου έβαζα παγωμένα πανάκια στο μέτωπο να σου πάρω την κάψα, σου έφτιαχνα φιδέ και τσάι με κάρδαμο, στρίψε στην Πατησίων να περάσουμε απ' τη Στουρνάρη και το Μουσείο, και τι θα 'λεγες για το Πεδίον του Άρεως, μετανάστη μου; Στο μεταξύ κάνω πως δεν τους βλέπω όσους ψάχνουνε στα σκουπίδια, κάνω πως δεν τους βλέπω, γιατί αν τους δω με αρπακώνει η θλίψη, με τσαλακώνει η ανέχεια, και ύστερα νομίζω πως φταίω για όλους που πεινάνε, για σένα που πονάς και τα έχεις χαμένα γιατί δε νογάς τη ζωή. Εδώ, στην Ιθάκης, θα σταματήσουμε. Κάθισε στο παγκάκι να ξαποστάσω - να που φτάσαμε στην Ιθάκη μας.
Εικόνες που ζητούν να γίνουν ιστορίες. Μικρές ιστορίες που θέλουν να μείνουν εικόνες. Ιστορίες που επιμένουν.
Η καθημερινότητα, η απουσία, ο χρόνος που τρέχει, η νοσταλγία, οι αλήθειες και τα ψέματα, οι εμμονές.
Όλα τα πριν και τα χθες που στήνουν τις ζωές μας, εκείνα που δίνουν ταυτότητα, που φτιάχνουν τον ίσκιο μας.
72 ΣΕΛΙΔΕΣ
ΕΣΤΙΑ