Φίλε αναγνώστη, στέκεσαι μπροστά στον πάγκο ενός κεντρικού βιβλιοπωλείου. Ξεφυλλίζεις το τομίδιο που επιγράφεται «Παραδειγματικοί Φόνοι» του Μαξ Άουμπ, ισπανού συγγραφέα γερμανογαλλικής καταγωγής, φίλου του Μπουνιουέλ, του Νταλί και του Λόρκα, συν-σεναριογράφου της ταινίας «Η ελπίδα του Μαλρώ», παραγγελιοδότη της Γκερνίκα του Πικάσο. Ο Άουμπ συλλαμβάνεται το 1939, πηγαινοέρχεται από στρατόπεδο συγκεντρώσεως σε φυλακή, κι ύστερα δραπετεύει και καταφεύγει στο Μεξικό, όπου γράφει τρία μυθιστορήματα, κάμποσες συλλογές διηγημάτων και θεατρικά έργα, ενώ συντάσσει και εκδίδει ολομόναχος ένα περιοδικό. Το τομίδιο αυτό, που σήμερα θεωρείται κλασικό στο είδος του, πρωτοεκδίδεται το 1956: είναι ο κατάλογος καμιάς εκατοστής φόνων που έχουν διαπραχθεί από εκνευρισμό ή αγανάκτηση, για λόγους αρχής ή φιλανθρωπίας. Παρ' όλα αυτά, φίλε αναγνώστη, διστακτικός φαίνεσαι ακόμα. Βάζεις το βιβλίο στη θέση του, το ξαναπιάνεις, το ξαναβάζεις στη θέση του και, τελικά, βγαίνεις απ’ το κεντρικό βιβλιοπωλείο με άδεια χέρια. Μάλιστα, με άδεια χέρια. Κι έτσι σε προλαβαίνω στο πεζοδρόμιο και σε σκοτώνω. Βλέπεις; Αν το 'χες αγοράσει αυτό το βιβλίο (δεν είναι δα και τόσο ακριβό...), θα ζούσες ακόμα.
Ο Σιοράν αρεσκόταν να λέει ότι δεν θυμόταν να έχει ζήσει ούτε μια μέρα στη ζωή του, που να μην του ήρθε (τουλάχιστον μια φορά και κατά κανόνα πολλές) η επιθυμία να θανατώσει έναν (ή πολλούς) εκπροσώπους αυτής της φυλής, η οποία αποκαλείται «ανθρωπότης». Είχε διαβάσει άραγε το βιβλιαράκι του Μαξ Άουμπ; Δεν βρίσκεται πια ανάμεσά μας για να μας το πει. Αν όμως το είχε διαβάσει, θα τον έπνιγε ασφαλώς ένα έντονο συναίσθημα ζήλιας, γιατί ο σενιόρ Άουμπ, ας μας επιτραπεί η έκφραση, δεν μένει μόνο στα λόγια.
91 ΣΕΛΙΔΕΣ
ΑΓΡΑ