Χρυσάφι ατόφιο που, κατά λάθος -αλλά μπορεί και εσκεμμένα-, μέσα του έπεσε λίγη σκουριά. Το κόκκινο της σκουριάς τού έδωσε τη γλύκα, την πλάνη της αμαρτίας. Και έτσι, καθώς τίποτα δεν υπάρχει ατόφιο, ούτε χρώμα ούτε χαρά, μα ούτε και λύπη, όλοι σταλάξαμε λίγη σκουριά στη ζωή μας. Σκουριά και χρυσάφι είναι όλα. Τα Ψαρά και η θυσία των κλεισμένων στο γενοβέζικο Κάστρο. Το ενετικό Νεγρεπόντε, η Χαλκίδα με τα "τρελά νερά", που είναι πια ελληνική. Ο Πειραιάς ανερχόμενο λιμάνι και εμπορικό κέντρο. Η Αθήνα, υπό τη σκιά του Παρθενώνα, πρωτεύουσα του βασιλείου. Σ’ αυτά τα μέρη και στη φωτιά των γεγονότων του πολυτάραχου 19ου αιώνα θα ζήσουν τα μέλη της οικογένειας του Αγγελή Βαμβακά, επιζώντα της καταστροφής των Ψαρών. Ο γιος του Αντώνης, με σύμμαχο την ετεροθαλή αδελφή του Αυγουστίνα, αγαπημένη Δεσποινίδα των Τιμών της Αμαλίας, θα αλλάξει τη μοίρα της πολυμελούς οικογένειας, δημιουργώντας "το καλύτερο ποτό του κόσμου". Οι Βαυαροί βασιλιάδες και οι οπλαρχηγοί του ’21, οι Φαναριώτες, οι πολιτικοί -βασιλόφρονες και αντιφρονούντες-, οι εφοπλιστές, οι έμποροι, οι εργάτες και οι ξωμάχοι, στο οικογενειακό αυτό έπος, θα γίνουν η φιλοσοφική λίθος που μετατρέπει τα πάντα σε χρυσάφι, για να γεννηθεί ένα ποτό εξίσου πολύτιμο. Το "Νεγρεπόντε" είναι το πρώτο μέρος της διλογίας Σκουριά και χρυσάφι, στο οποίο, παράλληλα με τη συνταρακτική προσωπική ιστορία της οικογένειας Βαμβακά, παρακολουθούμε τα γεγονότα-σταθμούς του 19ου αιώνα που οδήγησαν στη δημιουργία της αστικής τάξης στην Ελλάδα.
532 ΣΕΛΙΔΕΣ
ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ