Οι συνεντεύξεις που επέλεξα να συμπεριλάβω στο "Χωρίς μαγνητόφωνο" καλύπτουν χρονικά μια τριακονταετία παραχωρήθηκαν από σημαντικούς λογοτέχνες λίγο πριν ή λίγο μετά την έκδοση κάποιου βιβλίου τους, και οι περισσότερες δημοσιεύτηκαν στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, όταν η κυκλοφορία της, σε σύγκριση με τις πωλήσεις των σημερινών φύλλων, ήταν...αστρονομική. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, το περιεχόμενό τους δεν εξαντλείται σε ζητήματα λογοτεχνίας, αλλά αγκαλιάζει και την εκάστοτε επικαιρότητα, μέσα από τα σχόλια που καλούνται να κάνουν οι συγγραφείς γι' αυτήν.
Πέρα από τη θεματική των έργων που εξετάζονται στις επόμενες σελίδες, πέρα από ζητήματα που σχετίζονται με την τέχνη της γραφής -για το πώς το βίωμα μεταπλάθεται σε λογοτεχνία, για τη σχέση μυθοπλασίας και Ιστορίας, για το τι σημαίνει να είσαι συγγραφέας στη χώρα μας-, στο "Χωρίς μαγνητόφωνο" γίνεται επίσης λόγος για το σκάνδαλο Κοσκωτά αλλά και για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, για τα χρόνια της ευημερίας αλλά και για τα χρόνια της οικονομικής κατάρρευσης, για τις πολιτικές ηγεσίες μας και για την πνευματική ζωή μας, για την Ελλάδα που υποδεχόταν μετανάστες αλλά και για την Ελλάδα που έφτασε στο σημείο να διώχνει τα παιδιά της στο εξωτερικό. Το βιβλίο διατρέχει όσα ζήσαμε από το 1989 μέχρι σήμερα, φιλοδοξώντας να καλύψει παράλληλα ένα κομμάτι της Ιστορίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
Τα πορτρέτα και οι συνεντεύξεις που ακολουθούν αναδημοσιεύονται επεξεργασμένα για ν' αποφευχθούν επαναλήψεις και για να διευκολυνθεί ο σημερινός αναγνώστης τους. Έως πρόσφατα, ορισμένα από τα κείμενα εντοπίζονταν και στο διαδίκτυο. Όμως μετά το άδοξο τέλος της Ελευθεροτυπίας, τα ηλεκτρονικά τους ίχνη άρχισαν να χάνονται, μέχρι που εξαφανίστηκαν. Αν μπορούσε να τα βρει κανείς ακόμα, ίσως να μην είχε προκύψει η ιδέα αυτής της έκδοσης. Τώρα πάντως που τα ξαναδιαβάζω συγκεντρωμένα, το συνειδητοποιώ καλύτερα: πέρασα τα πιο δημιουργικά μου χρόνια κάνοντας μια δουλειά που αγαπούσα, συναντώντας ανθρώπους που εκτιμούσα για το έργο και τη στάση τους. Κι όλα αυτά σε μια εποχή που ο γραπτός Τύπος είχε κύρος κι η δημοσιογραφία στα μάτια των συμπολιτών μας λογαριαζόταν ακόμα ως λειτούργημα. Ήμουν τυχερή.
424 ΣΕΛΙΔΕΣ
ΠΟΛΙΣ