Αποτελεί πεποίθησή μου ότι η μεταπολεμική ελληνική κοινωνία εξακολουθεί να παραμένει ιδιαίτερα αδιαφανής και δυσανάγνωστη. Παρ' όλη τη σχετική επάρκεια στοιχείων, την υπερεπάρκεια αριθμών και την πληθώρα αξιόλογων μελετών, λείπει οποιαδήποτε συνολική θεώρηση της εξέλιξης της κοινωνικής δυναμικής. Το να αποδώσει, όμως, κανείς τη δυστοκία των ερμηνευτικών προσεγγίσεων στις πανθομολογούμενες ιδιαιτερότητες της ελληνικής κοινωνίας, στη ρευστότητα των δομών της ή στην "ενδιάμεση" θέση της στις ιεραρχίες του παγκόσμιου συστήματος, βοηθά ίσως στην εξήγηση της αναλυτικής ανομβρίας, αλλά ελάχιστα συμβάλλει στην άρση των ίδιων των αδιαφανειών. Και τούτο, διότι το πρόβλημα δεν μπορεί να αναχθεί ούτε σε πραγματολογικές ανεπάρκειες, ούτε στην οποιαδήποτε "στρεβλή" πραγματικότητα, αλλά αντίθετα απορρέει, εξ ορισμού, από ελλιπή θεωρία.
Δεν έχω, φυσικά, την πρόθεση να προτείνω νέα θεωρητικά σχήματα, ούτε να αποτολμήσω γενικές ερμηνείες του πρόσφατου ελληνικού γίγνεσθαι. Οι στόχοι μου είναι πολύ πιο περιορισμένοι. Κύριο μέλημά μου υπήρξε να επιχειρήσω να προσεγγίσω ορισμένα καίρια κοινωνικά φαινόμενα, που σφραγίζουν τη μεταπολεμική Ελλάδα, μέσα από σκοπιές όσο το δυνατόν πιο αποστασιοποιημένες και κριτικές, προσπαθώντας έτσι να συμβάλω στην άρση μερικών από τα πέπλα που καλύπτουν την ελληνική πραγματικότητα, που αντιμετωπίζουμε και περιεργαζόμαστε σε καθημερινή βάση. Πέπλα, που η διατήρησή τους οδηγεί σε χαρακτηριστική αμηχανία τον κοινωνικό, αλλά κυρίως τον πολιτικό λόγο, που από πολλές πλευρές φαίνεται εγκλωβισμένος σε παρωχημένα και παραπλανητικά σχήματα.
Τρία είναι τα σημεία που θα προσπαθήσω να αναπτύξω ειδικότερα: οι κοινωνικές προεκτάσεις του εμφύλιου πολέμου, ο ρόλος του κράτους και οι ιδιοτυπίες στη δομή της απασχόλησης και στον καταμερισμό της εργασίας. Και στα τρία αυτά σημεία η ανάλυση θα πλαισιωθεί με μια σειρά από γενικότερες και θεωρητικότερες προτάσεις.
316 ΣΕΛΙΔΕΣ
ΘΕΜΕΛΙΟ