Το μακρύ ποίημά του, "Περαστικός απ' τον Άθω" (Le passant de Athos) που περιλαμβάνεται στη συλλογή "Le reste du voyage", βασίζεται σε μικροπεριστατικά, εμπειρίες και καταγραφές από μια σημαδιακή επίσκεψη του στο Άγιον Όρος, το καλοκαίρι του 1994, και ειδικότερα στο ρωσικό μοναστήρι, συγκεκριμένα στη σκήτη του Αγίου Ανδρέα, μια εμπειρία που, αν και σύντομη, σφράγισε καταλυτικά τη σκέψη και το μέσα βλέμμα του. Γραμμένη με τη μορφή στιχουργήματος, αυτή η "αποσπασματική" ποιητική σύνθεση είναι μια ανομοιοκατάληκτη πρόζα, στιχουργημένη σε ενδεκασύλλαβους. Οι συλλαβές κάθε στίχου είναι έντεκα, η εκφορά τους όμως δεν αναγκάζει το μάτι μέσω του στόματος σε σταθερή μελωδική μουσικότητα, μολονότι σποραδικά εμφανίζονται παρηχήσεις και τυχαίες "αδέξιες" ρίμες. Οι φράσεις βρίσκονται σχεδόν σε ξερή παράθεση και αλληλοδιείσδυση με διασκελισμούς που δεν οροθετούνται από καμία στίξη, έτσι ώστε να προκαλούν νοηματικά διφορούμενα. Δεν υπάρχουν κεφαλαία στην αρχή κάθε στροφής, εφόσον ούτε τελείες και κόμματα υπάρχουν, κι έτσι το κάθε κομμάτι φαίνεται σαν μετέωρο θραύσμα, με κάποια υποτιθέμενη συνέχεια στο πριν και το μετά, αλλά συγχρόνως και με πλήρη ασυνέχεια και αυτονομία. Η όλη κατασκευή, βασισμένη σε καθημερινές "ημερολογιακές" σημειώσεις του ποιητή, θυμίζει τοιχοποιία βυζαντινών ναών - τούβλα, πέτρες, λάσπη, μάρμαρα, που χωρίς συμμετρία συνθέτουν ένα κάθετο συμπαγές κράμα "αδιαμόρφωτης" οικοδομικής (γλωσσικής) ύλης.